Φόρτωση Text-to-Speech…
Μετ’ εμποδίων προχωρεί η προετοιμασία για τη συγκρότηση της λίστας των αμυντικών έργων τα οποία θα προταθούν για χρηματοδότηση με δάνεια που θα εγγυάται η Ε.Ε. (κανονισμός SAFE).
Η περίπτωση της συμμετοχής της Τουρκίας είναι ακόμα «στον αέρα», καθώς η Αθήνα ζητάει άρση του casus belli, ενώ η αίτηση της Αγκυρας δεν έχει κατατεθεί ακόμα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, λίγες εβδομάδες πριν από τη λήξη της προθεσμίας της 30ής Νοεμβρίου, όταν και πρέπει να έχουν παρουσιαστεί τα προτεινόμενα προγράμματα προκειμένου να αξιολογηθούν και –εν συνεχεία– να χρηματοδοτηθούν.
Παράλληλα, δυσκολίες έχουν ανακύψει στις συνομιλίες για το θέμα και μεταξύ Ε.Ε. και Ηνωμένου Βασιλείου και Καναδά.
Οι Βρυξέλλες ζητούν από τη βρετανική πλευρά να καταβάλει 6,5 δισ. ευρώ προκειμένου να μετάσχει στο νέο χρηματοδοτικό εργαλείο για την Αμυνα.
Αφενός το «μπλόκο» της Ελλάδας, της Γαλλίας και της Κυπριακής Δημοκρατίας προς την Τουρκία, αφετέρου η προφανής απόσταση που υπάρχει με την Αγκυρα σε ζητήματα που αφορούν την εσωτερική τάξη της χώρας (κράτος δικαίου, ανθρώπινα και πολιτικά δικαιώματα, με τελευταίο παράδειγμα τη μεταχείριση του Εκρέμ Ιμάμογλου) δημιουργούν προσκόμματα στην προώθηση της τουρκικής υποψηφιότητας.
Εκτιμάται, πάντως, ότι αυτή θα κατατεθεί ακόμα και την τελευταία στιγμή, καθώς μαζί με την αίτηση της Τουρκίας αναμένει την επεξεργασία της και εκείνη της Νότιας Κορέας, η οποία είναι ήδη έτοιμη.

Υπενθυμίζεται ότι η Ελλάδα έχει ανακοινώσει την πρόθεσή της να αντλήσει περίπου 790 εκατ. ευρώ μέσω των δανείων του SAFE.
Οι πόροι αυτοί θα αξιοποιηθούν για προγράμματα άμεσου ενδιαφέροντος για την Ελλάδα και, όπως η «Κ» έχει εγκαίρως αναφέρει, ανάμεσα σε αυτά περιλαμβάνονται οχήματα γενικής χρήσης αλλά και συστήματα με τεχνολογική αιχμή.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο υπουργός Εθνικής Αμυνας Νίκος Δένδιας επισκέφθηκε τη Δευτέρα την Κυπριακή Δημοκρατία, όπου συζήτησαν με τον ομόλογό του Βασίλη Πάλμα για το ενδεχόμενο κοινής πρότασης για το SAFE. Η Λευκωσία έχει ζητήσει συνολικά 1,18 δισ. ευρώ από το SAFE.

Οι εκκρεμότητες
Την ίδια στιγμή υπάρχουν, όπως προαναφέρθηκε, και άλλες εκκρεμότητες, οι οποίες αφορούν τις διαπραγματεύσεις της Ε.Ε. με το Ηνωμένο Βασίλειο και τον Καναδά, οι οποίες δεν έχουν ολοκληρωθεί.
Αν και το Ηνωμένο Βασίλειο υπέγραψε συμφωνία ασφάλειας και αμυντικής συνεργασίας τον Μάιο του 2025 (στη σύνοδο κορυφής Ηνωμένου Βασιλείου και Ε.Ε.) και η Κομισιόν έλαβε ξεχωριστή εντολή από τα κράτη-μέλη (Επιτροπή Μονίμων Αντιπροσώπων, COREPER) τον Σεπτέμβριο, καμία από τις διαπραγματεύσεις δεν έχει ολοκληρωθεί μέχρι σήμερα.
Στο Λονδίνο υπάρχει δυστοκία, καθώς η Ε.Ε. απαιτεί από τη βρετανική πλευρά να καταβάλει 6,5 δισ. ευρώ ώστε να μετάσχει στο νέο χρηματοδοτικό εργαλείο και επίσης να κάνει ξεχωριστές συνεισφορές στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό. Μάλιστα χθες εκπρόσωπος του Ηνωμένου Βασιλείου ανέφερε ότι το Λονδίνο δεσμεύεται για μια «ευρεία και εποικοδομητική σχέση με την Ε.Ε.».

Ενδεικτική της κατάστασης που επικρατεί σήμερα ήταν η άρνηση της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν να συναντηθεί με τον Βρετανό πρωθυπουργό Κιρ Στάρμερ που ήθελε να διαμαρτυρηθεί για το ζήτημα αυτό, την περασμένη εβδομάδα, στο περιθώριο της Διεθνούς Διάσκεψης για το Κλίμα στο Μπελέμ της Βραζιλίας.
Οι Βρετανοί, πάντως, διαμηνύουν ότι θα εγκρίνουν μόνο συμφωνίες που εξυπηρετούν το Ην. Βασίλειο και κυρίως την αμυντική βιομηχανία του. Βέβαια, η Βρετανία ως πρώην κράτος-μέλος της Ε.Ε. αντιμετωπίζεται διαφορετικά από τον Καναδά, καθώς αρκετά κράτη-μέλη και κυρίως η Γαλλία δεν θέλουν να δουν τη χώρα να ανακτά οφέλη ένταξης σε ευρωπαϊκά προγράμματα χωρίς κόστος. Ομως η Ε.Ε. θέλει τη Βρετανία στο πλαίσιο του επανεξοπλισμού της και στα προγράμματα κοινών προμηθειών.
Εκτιμάται, πάντως, ότι πριν από τη λήξη της διορίας για το SAFE στις 30 Νοεμβρίου θα έχει δοθεί λύση. Ομως οι διαπραγματεύσεις ακόμα και με χώρες που το σύνολο της Ε.Ε. επιθυμεί να μετάσχουν στα αμυντικά της προγράμματα αποδεικνύονται τελικά εξαιρετικά δύσκολες ως προς την ολοκλήρωσή τους. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα μεγαλύτερα ποσά μέσω SAFE έχουν αιτηθεί η Πολωνία (43,7 δισ.), η Ουγγαρία (16,2 δισ.), η Ρουμανία (16,6 δισ.), η Γαλλία (16,2 δισ.) και η Ιταλία (14,9 δισ.).

