Η δεύτερη γενιά μεταναστών στην Ισπανία –τα παιδιά δηλαδή μεταναστών που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στη χώρα– αντιμετωπίζει σοβαρά εμπόδια στην κοινωνική και εργασιακή τους ένταξη. Σύμφωνα με μελέτη του Real Instituto Elcano, η ανεργία στους νέους αυτούς φτάνει το 17%, υπερδιπλάσια από εκείνη των αυτοχθόνων (8%), ενώ ταυτόχρονα παρουσιάζουν υψηλά ποσοστά σχολικής αποτυχίας και εγκατάλειψης σπουδών.
Μόλις τέσσερις στους δέκα ολοκληρώνουν την υποχρεωτική δευτεροβάθμια εκπαίδευση, ενώ μόνο το 25% καταφέρνει να φτάσει μέχρι την πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Η ελλιπής εκπαίδευση μεταφράζεται σε περιορισμένες ευκαιρίες απασχόλησης και συχνά σε εγκλωβισμό σε «βασικές» και χαμηλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας.
Η ερευνήτρια Κάρμεν Γκονθάλεθ Ενρίκεθ προειδοποιεί: «Χωρίς ένταξη στην αγορά εργασίας δεν υπάρχει ένταξη στην κοινωνία».
Η μελέτη αναδεικνύει επίσης κοινωνικούς και ψυχολογικούς παράγοντες που επιβαρύνουν την κατάσταση. Οι νέοι αυτοί μεγαλώνουν ανάμεσα σε δύο κόσμους –της χώρας καταγωγής των γονιών τους και της ισπανικής κοινωνίας– γεγονός που συχνά δημιουργεί εντάσεις και προβλήματα ταυτότητας, ιδιαίτερα στην εφηβεία. Σε αυτό προστίθενται εμπειρίες ή και απλώς η αίσθηση διάκρισης και ρατσισμού, που γεννά απογοήτευση και περιθωριοποίηση. Η πίεση να ανταποκριθούν στις προσδοκίες των γονιών τους –που μετανάστευσαν ελπίζοντας σε καλύτερο μέλλον– επιβαρύνει ακόμη περισσότερο τις οικογενειακές σχέσεις.
Διαρκής αύξηση
Σύμφωνα με τα στοιχεία του INE, περίπου 3,1 εκατομμύρια άνθρωποι ανήκουν στη δεύτερη γενιά μεταναστών, αντιπροσωπεύοντας το 6,4% του πληθυσμού. Το ποσοστό αυτό αναμένεται να αυξηθεί, καθώς ήδη το 32% των μαθητών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης είναι παιδιά μεταναστών.
Η εικόνα είναι ιδιαίτερα δύσκολη για απογόνους μεταναστών από χώρες της Αφρικής και της Λατινικής Αμερικής, όπου η ανεργία φτάνει το 16,6% ή και υψηλότερα. Η απασχόληση για τις δεύτερες γενιές κυμαίνεται στο 69%, πολύ χαμηλότερα από το 80% των αυτοχθόνων.
Οι ειδικοί προειδοποιούν ότι η αποτυχία του εκπαιδευτικού συστήματος να καλύψει τα ελλείμματα αυτών των παιδιών οδηγεί σε «χρόνιο αποκλεισμό» και ενισχύει τον κίνδυνο δημιουργίας γκέτο, όπως έχει συμβεί στη Γαλλία. Στην πραγματικότητα, όπως δείχνουν τα γαλλικά παραδείγματα, οι δεύτερες γενιές συχνά βιώνουν εντονότερη αίσθηση διάκρισης από την πρώτη γενιά μεταναστών.
Η συζήτηση για την ένταξη των παιδιών μεταναστών αποκτά όλο και μεγαλύτερη σημασία, καθώς το μέλλον της κοινωνικής συνοχής στην Ισπανία εξαρτάται από το κατά πόσο οι νέες γενιές θα καταφέρουν να βρουν τον δρόμο τους στην εκπαίδευση, την αγορά εργασίας και τελικά στην κοινωνία. Χωρίς μια ολοκληρωμένη στρατηγική στήριξης, ο κίνδυνος περιθωριοποίησης και κοινωνικής έντασης παραμένει υπαρκτός και ανησυχητικός.
Παραδείγματα από άλλες χώρες
Γαλλία: Είναι ίσως η πιο χαρακτηριστική περίπτωση. Οι κοινότητες δεύτερης και τρίτης γενιάς μεταναστών από το Μαγκρέμπ (Αλγερία, Μαρόκο, Τυνησία) και από την Υποσαχάρια Αφρική συγκεντρώνονται σε «banlieues» γύρω από το Παρίσι και άλλες μεγάλες πόλεις. Εκεί, η κοινωνική ανισότητα, η ανεργία και η αίσθηση διάκρισης έχουν οδηγήσει σε εκτεταμένα φαινόμενα περιθωριοποίησης, κοινωνικές εντάσεις και βίαιες εξεγέρσεις (π.χ. το 2005 και το 2023). Παρά το γεγονός ότι πρόκειται για πολίτες γεννημένους στη Γαλλία, πολλοί αισθάνονται ότι δεν τους αντιμετωπίζουν ως «πραγματικούς Γάλλους».
Γερμανία: Οι «Gastarbeiter» (φιλοξενούμενοι εργάτες) που έφτασαν από την Τουρκία τις δεκαετίες 1960-70 δημιούργησαν μεγάλες κοινότητες. Οι δεύτερες γενιές αντιμετώπισαν για χρόνια δυσκολίες στη σχολική πρόοδο και στην αγορά εργασίας, καθώς το εκπαιδευτικό σύστημα ήταν επιλεκτικό και συχνά τους κατηύθυνε σε τεχνικές σχολές χαμηλού κύρους. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται βελτίωση, με αυξημένη παρουσία αποφοίτων τουρκικής καταγωγής σε πανεπιστήμια και πολιτική ζωή, αλλά η αίσθηση διάκρισης παραμένει.
Ολλανδία & Βέλγιο: Οι κοινότητες από το Μαρόκο και την Τουρκία αντιμετωπίζουν υψηλή ανεργία και προβλήματα κοινωνικής ένταξης, με αποτέλεσμα να εμφανίζονται φαινόμενα αποξένωσης, ειδικά στις νεότερες ηλικίες. Στις Βρυξέλλες, η περιοχή Μόλενμπεκ έχει γίνει σύμβολο αυτού του «χρόνιου αποκλεισμού».
Ηνωμένο Βασίλειο: Οι Πακιστανοί και οι Μπαγκλαντεσιανοί δεύτερης γενιάς εμφανίζουν χαμηλότερα επίπεδα εκπαίδευσης και υψηλότερη ανεργία από τον μέσο όρο. Ωστόσο, σε κάποιες κοινότητες, όπως οι Ινδοί, οι δεύτερες γενιές έχουν καταφέρει σημαντική κοινωνική άνοδο, γεγονός που δείχνει ότι οι διαφορές δεν σχετίζονται μόνο με τη μετανάστευση καθεαυτή αλλά με το κοινωνικό και εκπαιδευτικό υπόβαθρο κάθε ομάδας.
ΗΠΑ: Εκεί το φαινόμενο είναι πιο διαφοροποιημένο. Οι δεύτερες γενιές Λατίνων αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην εκπαίδευση και συχνά περιορίζονται σε χαμηλόμισθες δουλειές. Αντίθετα, οι δεύτερες γενιές μεταναστών από την Ασία (Κίνα, Κορέα, Ινδία) συχνά υπεραποδίδουν εκπαιδευτικά και επαγγελματικά, εντασσόμενες στις ανώτερες κοινωνικές τάξεις.
Η αιτία του κακού
Εκπαιδευτικά ελλείμματα: Οι οικογένειες μεταναστών συχνά δεν έχουν το ίδιο μορφωτικό κεφάλαιο ή τα δίκτυα υποστήριξης που βοηθούν τα παιδιά τους να ενταχθούν επιτυχώς στο σχολείο. Το αποτέλεσμα είναι χαμηλότερη επίδοση, σχολική διαρροή και περιορισμένες προοπτικές.
Κοινωνικές ανισότητες: Πολλές κοινότητες μεταναστών ζουν σε υποβαθμισμένες περιοχές με υψηλή ανεργία. Η γειτονιά και το περιβάλλον παίζουν κρίσιμο ρόλο στο μέλλον των παιδιών.
Διάκριση και ρατσισμός: Ακόμη και όταν έχουν την ίδια εκπαίδευση, οι νέοι δεύτερης γενιάς μπορεί να δυσκολεύονται να βρουν δουλειά λόγω προκαταλήψεων στην αγορά εργασίας. Η αίσθηση ότι «δεν ανήκουν» δημιουργεί απογοήτευση και σε κάποιες περιπτώσεις οδηγεί σε κοινωνική απόσυρση ή αντιδραστικότητα.
Διπλή ταυτότητα και κρίση αυτοπροσδιορισμού: Οι νέοι μεγαλώνουν ανάμεσα στην κουλτούρα των γονιών τους και στην κοινωνία όπου ζουν. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε σύγχυση, εσωτερικές συγκρούσεις και δυσκολία προσαρμογής.
Έλλειψη στοχευμένων πολιτικών: Όταν το εκπαιδευτικό σύστημα και η κοινωνική πολιτική δεν προσφέρουν ειδική στήριξη –πρόσβαση σε γλώσσα, ενισχυτική διδασκαλία, προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης– οι διαφορές παγιώνονται και μετατρέπονται σε χρόνιο αποκλεισμό.
Συνολικά, το ζήτημα δεν αφορά μόνο την Ισπανία αλλά είναι ευρωπαϊκό και διεθνές φαινόμενο. Η δεύτερη γενιά μεταναστών βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι: αν υποστηριχθεί σωστά, μπορεί να ενσωματωθεί και να συμβάλει δυναμικά στην κοινωνία. Αν όχι, ο κίνδυνος γκετοποίησης και κοινωνικών εντάσεων είναι μεγάλος, όπως δείχνει η γαλλική εμπειρία.