«Το Βέλγιο είναι πραγματικό ναρκοκράτος» – Δικαστής στην Αμβέρσα καταγγέλλει δράση του οργανωμένου εγκλήματος

Κοινοποίηση

Η εγκληματικότητα έχει διεισδύσει σε κάθε γωνιά της βελγικής κοινωνίας, σύμφωνα με ανώτατη δικαστή, η οποία υποστηρίζει ότι το Βέλγιο έχει μετατραπεί σε ναρκοκράτος. Αιτία, η διευρυμένη εμπορία ναρκωτικών και το οργανωμένο έγκλημα με «δομές μαφίας».

Σε ανώνυμη επιστολή, η ανακρίτρια από την Αμβέρσα, που επισημαίνει ότι χρειάστηκε να παραμείνει για ένα διάστημα σε καθεστώς προστασίας, περιγράφει με μελανά χρώματα την κατάσταση που επικρατεί στο Βέλγιο τα τελευταία χρόνια. Η Αμβέρσα, ένα από τα μεγαλύτερα λιμάνια της Ευρώπης, θεωρείται και μία από τις βασικές πύλες ναρκωτικών για την Ευρώπη.

Μια παράλληλη εξουσία που αμφισβητεί όχι μόνο την αστυνομία αλλά και τη δικαστική εξουσία

«Αυτό που συμβαίνει σήμερα στην περιοχή μας και πέρα ​​από αυτήν δεν είναι πλέον ένα κλασικό ζήτημα εγκληματικότητας. Αντιμετωπίζουμε μια οργανωμένη απειλή που υπονομεύει τους θεσμούς μας», γράφει στην επιστολή, η οποία δημοσιεύθηκε στην επίσημη ιστοσελίδα του βελγικού δικαστικού συστήματος.

«Εκτεταμένες δομές τύπου μαφίας έχουν ριζώσει, αποτελώντας μια παράλληλη εξουσία που αμφισβητεί όχι μόνο την αστυνομία αλλά και τη δικαστική εξουσία. Οι συνέπειες είναι σοβαρές: Εξελισσόμαστε σε ναρκοκράτος. Δεν το πιστεύετε; Σας φαίνεται υπερβολικό; Σύμφωνα με τον επίτροπο ναρκωτικών μας, αυτή η μετάλλαξη είναι ήδη σε εξέλιξη. Οι συνάδελφοί μου και εγώ συμμεριζόμαστε αυτήν την ανησυχία», προσθέτει.

Αστυνομικοί στην Αμβέρσα / REUTERS/Eric Vidal

Βίαια περιστατικά και ουσίες στα λύματα

Οι Βρυξέλλες, η πρωτεύουσα της χώρας, αλλά και το κέντρο-βάση των θεσμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχουν πληγεί από μια σειρά πυροβολισμών που σχετίζονται με ναρκωτικά. Μόνο το 2025 τα περιστατικά αυτά ήταν 60. Τα 20 μέσα στους καλοκαιρινούς μήνες.

Αντιδρώντας στο λουτρό αίματος, ο υπουργός Εσωτερικών του Βελγίου, Μπερνάρ Κιντέν, δήλωσε ότι θέλει να αναπτύξει στρατιώτες στους δρόμους των Βρυξελλών. Επίσης, η βελγική κυβέρνηση ενέκρινε τη συγχώνευση των έξι αστυνομικών ζωνών των Βρυξελλών σε μία ενιαία μονάδα, η οποία αναμένεται να τεθεί σε ισχύ στις αρχές του 2027, για την αντιμετώπιση της μάστιγας της βίας.

Ενδεικτικό της κατάστασης είναι και το γεγονός ότι το Βέλγιο συγκαταλέγεται στις χώρες με τις υψηλότερες συγκεντρώσεις υπολειμμάτων ναρκωτικών – συμπεριλαμβανομένων MDMA, κοκαΐνης, αμφεταμινών και κεταμίνης– που βρέθηκαν στα λύματά του. Αυτό ήταν το εύρημα από τη ευρωπαϊκή «Ανάλυση λυμάτων και ναρκωτικών» που διεξήχθη σε 128 πόλεις από 26 χώρες (ΕΕ, Τουρκία και Νορβηγία).

Όλες οι προϋποθέσεις του ναρκοκράτους

Στην επιστολή, η δικαστής δίνει τον ορισμό για το «ναρκοκράτος»: διαθέτει παράνομη οικονομία, διαφθορά και βία. Σύμφωνα με τη δικαστή, το Βέλγιο πληροί όλες τις προϋποθέσεις. Και εξηγεί γιατί: Τα δίκτυα ξεπλύματος χρήματος αυξάνουν το κόστος των ακινήτων, η διαφθορά διεισδύει σε κρατικούς θεσμούς και οι απαγωγές μπορούν να διαταχθούν μέσω Snapchat.

«Η δωροδοκία διεισδύει στους θεσμούς μας. Οι υποθέσεις που έχω αναλάβει τα τελευταία χρόνια — και είμαι μόνο μία από τους 17 ανακριτικούς δικαστές στην Αμβέρσα — έχουν οδηγήσει σε συλλήψεις υπαλλήλων σε βασικές λιμενικές θέσεις, τελωνειακούς υπαλλήλους, αστυνομικούς, δημοτικούς υπαλλήλους. Ακόμη, δυστυχώς, και σε συλλήψεις προσωπικού του δικαστικού συστήματος, τόσο μέσα στις φυλακές όσο και εδώ σε αυτό το κτίριο», αναφέρει στην επιστολή.

«Μια επίθεση σε σπίτι με βόμβα ή στρατιωτικά όπλα, μια εισβολή σε σπίτι ή μια απαγωγή διατάσσονται εύκολα μέσω διαδικτύου. Δεν χρειάζεται καν να μπείτε στο dark web. Αρκεί ένας λογαριασμός Snapchat», επισημαίνει.

Τέσσερις μήνες σε ασφαλές σπίτι

Η ανακριτής γράφει ότι η ίδια πέρασε τέσσερις μήνες σε ασφαλές σπίτι. «Υπό τέτοιες συνθήκες, η κυβέρνηση δεν επικοινώνησε μαζί μου, δεν μου προσέφερε ενεργά υποστήριξη, δεν παρείχε αποζημίωση, δεν προσέφερε στέγη σε οικογένεια και συναδέλφους, ούτε ασφάλισε την οικογένειά μου για τις ζημιές που προκλήθηκαν. Και μετά συνεχίζεις από εκεί που το άφησες. “Αυτό είναι μέρος της δουλειάς”, φαίνεται να λέει η κυβέρνησή μας».

Επισημαίνει ότι, όταν η δικαστική εξουσία αρχίζει να λειτουργεί άσχημα, οδηγεί σε επικίνδυνη διάβρωση της δημοκρατίας. «Γίνεται ήδη όλο και πιο δύσκολο να βρεθούν δικαστές που είναι πρόθυμοι να βγάλουν αποφάσεις σε τέτοιες υποθέσεις. Οι άνθρωποι συχνά στοχεύουν το άτομο αντί για το ζήτημα, για παράδειγμα, μερικές φορές μέσω αιτημάτων εξαίρεσης. Οι συνάδελφοι επιτρέπουν την αντικατάστασή τους σε περιπτώσεις όπου υπάρχει σαφώς απειλή», σημειώνει.

«Πόσο καιρό θα χρειαστεί πριν ένας συνάδελφος νιώσει την ανάγκη, για την ασφάλειά του, να επικαλεστεί ένα διαδικαστικό λάθος, ώστε να μην χρειαστεί να υπογράψει μια καταδίκη;», ρωτάει

Πέντε βραχυπρόθεσμα μέτρα

Η ανακρίτρια προτείνει μέτρα που μπορούν να εφαρμοστούν βραχυπρόθεσμα: νομοθεσία που επιτρέπει στους ανθρώπους να εργάζονται ανώνυμα, ένα μόνιμο σημείο επαφής για τους δικαστές που απειλούνται, ασφάλιση για όλες τις υλικές ζημιές, προστασία των ιδιωτικών διευθύνσεων και μια σταθερή απαγόρευση στις επικοινωνίες από τη φυλακή.

«Παρά όλες τις προσπάθειες της αστυνομίας και της δικαστικής εξουσίας, δεν είμαστε πλέον σε θέση να προστατεύσουμε τους πολίτες και τους εαυτούς μας», λέει.

«Οι δικαστές δεν κλαίμε, ούτε ζητάμε χειροκροτήματα ή έπαινο. Ζητάμε μια κυβέρνηση που αναλαμβάνει την ευθύνη για την προστασία των θεμελίων της δημοκρατίας», λέει και καταλήγει ότι «το κράτος δικαίου απειλείται».

Πηγή

Διαβάστε Περισσότερα

Tελευταία Nέα