Υπάρχει μια ιδιαίτερη στιγμή, για πολλούς καθημερινή: είμαστε καθισμένοι σ’ ένα λεωφορείο, με το βλέμμα χαμένο στο τζάμι. Δεν κάνουμε τίποτα. Δεν διαβάζουμε, δεν μιλάμε, δεν ακούμε μουσική. Κοιτάμε απλώς. Και κάπως έτσι, ξεκινάει μια αλυσίδα σκέψεων.
Σε αυτές τις φαινομενικά κενές στιγμές, κάτι μέσα μας ζωντανεύει. Ξαναθυμόμαστε κουβέντες που δεν είπαμε, φτιάχνουμε λίστες με πράγματα που μας βαραίνουν, πιάνουμε τον εαυτό μας να σκέφτεται το μέλλον, ή να νιώθει παράξενα ήσυχος. Δεν είναι τυχαίο. Οι διαδρομές, ειδικά οι επαναλαμβανόμενες, γεννούν σκέψεις. Κι αυτό έχει εξήγηση.
Advertisment
Οι μεταβατικοί χώροι και το μυαλό που ξεκουράζεται
Οι ψυχολόγοι μιλούν για το “default mode network” – ένα δίκτυο του εγκεφάλου που ενεργοποιείται όταν δεν κάνουμε κάτι συγκεκριμένο. Είναι οι στιγμές που ο νους περιπλανιέται, μακριά από καθήκοντα, υποχρεώσεις ή προκλήσεις. Κι όμως, αυτές οι στιγμές αδράνειας είναι εξαιρετικά παραγωγικές με έναν διαφορετικό τρόπο. Είναι ο χρόνος που ο εγκέφαλος ταξινομεί εμπειρίες, ανασύρει μνήμες, φαντάζεται εναλλακτικά σενάρια για το μέλλον.
Αυτό το φαινόμενο ενισχύεται όταν βρισκόμαστε σε λεωφορεία, τρένα, αυτοκίνητα — σε χώρους δηλαδή μεταβατικούς, που δεν απαιτούν την προσοχή μας, ενώ εμείς κινούμαστε μέσα τους. Η σταθερότητα της θέσης μας σε συνδυασμό με την αίσθηση της κίνησης δημιουργεί μια ιδανική συνθήκη για στοχασμό. Είμαστε ταυτόχρονα σε πορεία και σε παύση. Δεν χρειάζεται να πάρουμε αποφάσεις. Δεν χρειάζεται να μιλήσουμε. Και αυτή η αποδέσμευση από τον έλεγχο επιτρέπει στο μυαλό να χαλαρώσει.
Σε μια μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Psychological Science, οι ερευνητές βρήκαν ότι η δημιουργική σκέψη αυξάνεται όταν επιτρέπουμε στον εαυτό μας να “βαριέται” ή να κάνει κάτι μη απαιτητικό. Ένα τέτοιο περιβάλλον είναι και το λεωφορείο. Αρκετά σταθερό για να νιώθουμε ασφαλείς, αρκετά αδιάφορο για να μην μας αποσπά. Έτσι, ξεκινούν οι σκέψεις που δεν φτάνουν ποτέ στην επιφάνεια όταν είμαστε συνεχώς απασχολημένοι.
Advertisment
Η αστική μοναξιά ως χώρος σκέψης
Το λεωφορείο είναι ένας χώρος παράδοξος. Είναι γεμάτο κόσμο, αλλά σιωπηλό. Βρισκόμαστε κοντά με αγνώστους, αλλά χωρίς καμία υποχρέωση αλληλεπίδρασης. Αυτή η κοινωνική ουδετερότητα μας αποφορτίζει. Δεν χρειάζεται να παίξουμε κάποιον ρόλο. Δεν χρειάζεται να απαντήσουμε ή να φανερώσουμε κάτι για τον εαυτό μας. Αυτή η ελευθερία μάς επιτρέπει να γλιστρήσουμε πίσω στον εσωτερικό μας μονόλογο.
Μέσα από το παράθυρο, οι εικόνες της πόλης περνούν σαν κινηματογραφική ταινία. Κάθε περαστικός, κάθε βιτρίνα, κάθε φανάρι πυροδοτεί σκέψεις. Είναι σαν να ανοίγει μια εσωτερική κουβέντα χωρίς συγκεκριμένο θέμα — που όμως συχνά μάς οδηγεί σε πράγματα που μάς απασχολούν βαθιά. Στιγμές ενδοσκόπησης, πένθους, χαράς, επαναξιολόγησης. Μια αφορμή για αυτογνωσία.
Υπάρχει και κάτι απελευθερωτικό στο να μπορούμε να παρατηρούμε χωρίς να μας παρατηρούν. Δεδομένου ότι η συνεχής έκθεση – ειδικά στα κοινωνικά δίκτυα – έχει γίνει σχεδόν υποχρεωτική, αυτός ο ανώνυμος χρόνος είναι θεραπευτικός. Δεν χρειάζεται να αποδείξουμε τίποτα. Απλώς υπάρχουμε. Και σ’ αυτό το πλαίσιο, μπορούμε να σκεφτούμε ειλικρινά, χωρίς άγχος ή φίλτρα.
Η έλλειψη παύσης κι οι συνέπειές της
Σήμερα, οι στιγμές αυτές όλο και λιγοστεύουν. Το κινητό είναι πάντα στο χέρι, έτοιμο να καλύψει κάθε δευτερόλεπτο σιωπής με πληροφορία. Όταν δεν κάνουμε scroll, ακούμε κάτι. Όταν δεν ακούμε, διαβάζουμε. Όταν δεν διαβάζουμε, ίσως γράφουμε. Η παύση έχει γίνει άβολη.
Αλλά υπάρχει κόστος. Όταν καταναλώνουμε συνεχώς, δεν παράγουμε εσωτερικά. Το μυαλό δεν προλαβαίνει να συνθέσει, να βγάλει νόημα από τα δεδομένα της ζωής. Δεν μιλάμε για «πνευματικότητα» ή «αποτοξίνωση» με την ελαφρότητα που συχνά χρησιμοποιούνται αυτοί οι όροι. Μιλάμε για μια βασική ψυχολογική λειτουργία: την επεξεργασία.
Η έρευνα της ψυχολόγου Mary Helen Immordino-Yang δείχνει ότι οι στιγμές σιωπηλής σκέψης είναι κρίσιμες για την επεξεργασία πολύπλοκων συναισθημάτων, για την ανάπτυξη ενσυναίσθησης και αυτοκατανόησης. Όταν λοιπόν στερούμαστε αυτές τις στιγμές, δεν χάνουμε απλώς την ησυχία μας – χάνουμε την ευκαιρία να καταλάβουμε καλύτερα ποιοι είμαστε.
Οι διαδρομές μάς επιστρέφουν στον εαυτό μας
Το να κοιτάς έξω από το παράθυρο ενός λεωφορείου μπορεί να μοιάζει ασήμαντο. Μα συχνά εκεί βρίσκονται οι πρώτες σπίθες μιας απόφασης, οι απαρχές μιας συνειδητοποίησης, η εμφάνιση ενός συναισθήματος που είχε ξεχαστεί. Ίσως θυμηθείς μια παιδική εικόνα. Ίσως αναρωτηθείς πώς έφτασες να ζεις τη ζωή που ζεις. Ίσως απλώς συνειδητοποιήσεις, ότι δεν είσαι πια τόσο πιεσμένος όσο νόμιζες.
Αυτή η φαινομενικά παθητική κατάσταση — του να μετακινείσαι χωρίς να κάνεις τίποτα — είναι στην πραγματικότητα ένας από τους ελάχιστους χρόνους κατά τους οποίους μπορούμε να είμαστε με τον εαυτό μας χωρίς να χρειάζεται να απαντήσουμε σε κάποιο ερέθισμα, χωρίς να αντιδρούμε. Είναι ένας από τους λίγους χώρους όπου δεν είμαστε «σε λειτουργία». Δεν δουλεύουμε, δεν επικοινωνούμε, δεν διασκεδάζουμε. Είμαστε απλώς παρόντες.
Η καθημερινότητα μάς τραβά σε πολλαπλές κατευθύνσεις. Μας κάνει να σκορπιζόμαστε σε ρόλους και καθήκοντα. Οι διαδρομές — ειδικά αυτές που γνωρίζουμε καλά και δεν χρειάζονται αποφάσεις ή συγκέντρωση — λειτουργούν σαν ένα είδος άγραφης τελετουργίας. Και σε αυτή την επανάληψη, η ψυχή βρίσκει έναν ρυθμό. Η διαδρομή γίνεται ένα υπόστρωμα που επιτρέπει στον εσωτερικό διάλογο να ανέβει στην επιφάνεια.
Σε τέτοιες στιγμές, δεν είναι ασυνήθιστο να πάρουμε αποφάσεις που καθορίζουν την πορεία μας: να πούμε ένα «ναι» που κρατούσαμε μέσα μας ή να σκεφτούμε ένα «όχι» που αποφεύγαμε. Οι διαδρομές, χωρίς να το επιδιώκουν, μάς κάνουν πιο ειλικρινείς απέναντι στον εαυτό μας.
Μια απλή πρόταση
Δεν χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια, ούτε ιδιαίτερη προετοιμασία. Την επόμενη φορά που θα βρεθείς σε λεωφορείο – ή σε οποιοδήποτε μέσο μεταφοράς – άσε για λίγο το κινητό. Μην αναζητήσεις αμέσως μουσική, μην ελέγξεις τις ειδοποιήσεις. Μείνε για λίγο μόνος με τις εικόνες που περνούν απ’ το παράθυρο.
Μην προσπαθήσεις να σκεφτείς κάτι συγκεκριμένο. Μην κυνηγήσεις λύσεις ή αποφάσεις. Απλώς κοίτα. Κοίτα χωρίς σκοπό, σαν να είσαι παιδί και δεν ξέρεις ακόμη τι θα πει «πρέπει». Δώσε χώρο στην περιπλάνηση.
Ίσως, χωρίς να το καταλάβεις, ξεκινήσει μια σκέψη που έψαχνε καιρό τον χώρο να ειπωθεί. Ίσως ξυπνήσει μια φωνή που έχεις καιρό να ακούσεις. Και τότε, η διαδρομή δεν θα είναι απλώς χρόνος ανάμεσα σε αφετηρία και προορισμό. Θα είναι μια στιγμή επανασύνδεσης, μια μικρή επιστροφή. Γιατί καθώς ο κόσμος περνά απ’ το παράθυρο, εσύ χωρίς να το καταλαβαίνεις, περνάς μέσα σου.
Πηγές
- Raichle, M. E., MacLeod, A. M., Snyder, A. Z., Powers, W. J., Gusnard, D. A., & Shulman, G. L. (2001). A default mode of brain function. Proceedings of the National Academy of Sciences, 98(2), 676–682.
- Mann, S., & Cadman, R. (2014). Does being bored make us more creative? Creativity Research Journal, 26(2), 165–173.
- Immordino-Yang, M. H., Christodoulou, J. A., & Singh, V. (2012). Rest is not idleness: Implications of the brain’s default mode for human development and education. Perspectives on Psychological Science, 7(4), 352–364.
- Augé, M. (1995). Non-Places: Introduction to an Anthropology of Supermodernity. Verso.

