Η ανακοίνωση του Ντόναλντ Τραμπ για την εντολή που έδωσε να ξαναρχίσουν οι πυρηνικές δοκιμές στις ΗΠΑ συνεχίζει να απασχολεί τον διεθνή Τύπο και ιδιαίτερα τον αμερικάνικο.
Ο Τραμπ δεν παρέθεσε κανένα λόγο για την επανέναρξη των δοκιμών, εκτός από την ανακριβή δήλωσή του ότι και άλλοι κάνουν το ίδιο
Οι New York Times γράφουν ότι η απροσδόκητη ανακοίνωση του Αμερικανού προέδρου φέρνει στη μνήμη τις χειρότερες ημέρες του Ψυχρού Πολέμου όταν οι ΗΠΑ, η Ρωσία και η Κίνα δοκίμαζαν νέα όπλα, πρώτα στην ατμόσφαιρα και στο διάστημα και στη συνέχεια υπόγεια.
Ήταν μια εποχή τρομακτικών απειλών και ανταπειλών, σκοτεινών οραμάτων για τον Αρμαγεδώνα και θεωριών αποτροπής μέσω της αμοιβαίας εγγυημένης καταστροφής, γράφει χαρακτηριστικά η αμερικάνικη εφημερίδα.
Αυτή η εποχή υποτίθεται ότι έληξε με την υπογραφή της Συνθήκης για την Πλήρη Απαγόρευση των Πυρηνικών Δοκιμών, στην οποία συμφώνησαν οι χώρες στα μέσα της δεκαετίας του 1990.
Ωστόσο, δεν την επικύρωσαν αρκετές από τις χώρες που την υπέγραψαν ώστε να τεθεί επίσημα σε ισχύ.
Στόχος της ήταν να σταματήσει ο αγώνας εξοπλισμών, διακόπτοντας τις νέες δοκιμές και τον κύκλο αντιποίνων που αυτές προκαλούσαν.
Οι NYT σημειώνουν ότι με ανακοίνωση Τραμπ αναζωπυρώθηκε η συζήτηση ανάμεσα σε όσους ασχολούνται με την ασφάλεια των ΗΠΑ σχετικά με το αν πρέπει να σπάσει η παράδοση τήρησης της συνθήκης, η οποία, όπως υποστηρίζουν ορισμένοι από τους πρώην συνεργάτες του, εμποδίζει τη χώρα να επιτύχει «ειρήνη μέσω ισχύος».

 
Ο Ντόναλντ Τραμπ.
Η δικαιολογία Τραμπ δεν ευσταθεί
Στο Air Force One, κατά την επιστροφή του από την Κορέα, ο πρόεδρος των ΗΠΑ δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι πήρε αυτή την απόφαση λόγω των πυρηνικών δοκιμών που πραγματοποιούν όλες οι άλλες χώρες.
«Το έχουμε σταματήσει εδώ και χρόνια — πολλά χρόνια», είπε ο Τραμπ, αναφερόμενος στο γεγονός ότι η τελευταία δοκιμή πυρηνικού όπλου από τις ΗΠΑ πραγματοποιήθηκε το 1992, κατά τη διάρκεια της προεδρίας του Τζορτζ Μπους του πρεσβύτερου.
«Αλλά με άλλους να πραγματοποιούν δοκιμές, νομίζω ότι είναι σωστό να το κάνουμε και εμείς», υποστήριξε.
Οι New York Times επισημαίνουν ότι κάτι τέτοιο δεν ισχύει.
Η μόνη χώρα που έχει πραγματοποιήσει τακτικά δοκιμές την τελευταία εικοσιπενταετία είναι η Βόρεια Κορέα και η τελευταία τέτοια δοκιμή της ήταν τον Σεπτέμβριο του 2017.
Η Μόσχα δεν έχει πραγματοποιήσει δοκιμή εδώ και 35 χρόνια, από τις τελευταίες ημέρες της Σοβιετικής Ένωσης.
Ο Τραμπ, ωστόσο, μπορεί να συγχέει τις δοκιμές πυρηνικών όπλων με την πρόσφατη δήλωση της Ρωσίας ότι έχει δοκιμάσει δύο εξελιγμένα οχήματα μεταφοράς πυρηνικών όπλων: έναν πυρηνικό πύραυλο κρουζ και ένα υποβρύχιο τορπιλοφόρο, το Poseidon που μπορεί να διασχίσει τον Ειρηνικό Ωκεανό και να χτυπήσει την δυτική ακτή των Ηνωμένων Πολιτειών.
Και τα δύο έχουν σχεδιαστεί για να αποφεύγουν τις αμερικανικές αντιπυραυλικές άμυνες, οι οποίες αναζητούν τις κεφαλές των διηπειρωτικών βαλλιστικών πυραύλων καθώς αυτοί ταξιδεύουν στο διάστημα.
Ο Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι δεν συμπεριέλαβε την Κίνα στον κατάλογο των χωρών που πραγματοποιούν δοκιμές.
Η θέση του επικεφαλής των πυρηνικών δοκιμών στις ΗΠΑ
Η τελευταία δοκιμή πυρηνικής βόμβας στην Κίνα πραγματοποιήθηκε πριν από 29 χρόνια, αν και υπάρχουν ενδείξεις, όπως γράφουν οι NYT, ότι η χώρα έχει κάνει προετοιμασίες στο Λοπ Νουρ, όπου ο Μάο Τσε Τουνγκ παρουσίασε για πρώτη φορά τις πυρηνικές δυνατότητες της Κίνας τη δεκαετία του 1960, σε περίπτωση που αποφασίσει να τις επαναλάβει.
Ο ίδιος ο επικεφαλής αξιωματούχος του Τραμπ για τις πυρηνικές δοκιμές — ο Μπράντον Γουίλιαμς, πρώην μέλος του Κογκρέσου από τη βόρεια Νέα Υόρκη — ρωτήθηκε ευθέως κατά τη διάρκεια της ακρόασης για την επικύρωση του διορισμού του τον Απρίλιο αν οι Ηνωμένες Πολιτείες έπρεπε να επιστρέψουν σε αυτές.
«Δεν θα συνιστούσα τη διεξαγωγή δοκιμών και πιστεύω ότι πρέπει να βασιστούμε στις επιστημονικές πληροφορίες», δήλωσε ο Γουίλιαμς, αναφερόμενος σε στοιχεία όπως τα δεδομένα που συλλέχθηκαν από μοντέλα υπερυπολογιστών. Ωστόσο, γρήγορα πρόσθεσε ότι η απόφαση θα ληφθεί «από ανώτερα κλιμάκια».
Προφανώς, αυτό ακριβώς συνέβη.
Δεν είναι υπεύθυνο το υπουργείο Άμυνας για τις πυρηνικές δοκιμές
Μια ώρα πριν ο Τραμπ συναντήσει τον Σι Τζινπίνγκ, τον ηγέτη της Κίνας, στη Νότια Κορέα την Πέμπτη, δημοσίευσε ένα μήνυμα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης λέγοντας ότι είχε διατάξει το «υπουργείο Πολέμου», όπως αποκαλεί το υπουργείο Άμυνας, να ξαναρχίσει «αμέσως» τις δοκιμές.
Η διευκρίνισή του ότι οι δοκιμές θα γίνονταν «σε ισότιμη βάση» με τους αντιπάλους των ΗΠΑ άφησε πολλούς αξιωματούχους της εθνικής ασφάλειας να απορούν.
Ήταν επίσης περίεργο, επειδή το υπουργείο Ενέργειας, και όχι το Πεντάγωνο, είναι υπεύθυνο για τις δοκιμές, όπως τονίζουν οι NYT.
Ο Τραμπ δεν παρέθεσε κανένα λόγο για την επανέναρξη των δοκιμών, εκτός από την ανακριβή δήλωσή του ότι και άλλοι κάνουν το ίδιο.
Καυχήθηκε ότι «οι Ηνωμένες Πολιτείες διαθέτουν περισσότερα πυρηνικά όπλα από οποιαδήποτε άλλη χώρα», κάτι που δεν είναι αλήθεια — η Ρωσία διαθέτει περισσότερα.
Πολλά από τα όπλα στο οπλοστάσιο της Ρωσίας είναι μικρά όπλα μάχης, του είδους που οι Αμερικανοί αξιωματούχοι φοβούνταν τον Οκτώβριο του 2022 ότι θα χρησιμοποιηθούν εναντίον της Ουκρανίας, σημειώνουν οι NYT.

 
Ο Ντόναλντ Τραμπ έκανε την ανακοίνωση για τις πυρηνικές δοκιμές λίγο πριν από τη συνάντησή του με τον Σι Τζινπίνγκ.
Τι θα σημάνει αυτή η επιλογή των ΗΠΑ
Για την Κίνα ο Τραμπ υποστήριξε ότι βρίσκεται «στην τρίτη θέση με διαφορά» σε σχέση με τις πυρηνικές της δυνατότητες.
Αυτό είναι αλήθεια, αλλά η ασιατική χώρα αναπτύσσεται επίσης με γρήγορους ρυθμούς. Το Πεντάγωνο εκτίμησε κατά τη διάρκεια της θητείας Μπάιντεν ότι η Κίνα θα διαθέτει 1.000 όπλα έως το 2030 και θα φτάσει σε περίπου στα ίδια επίπεδα με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Ρωσία το 2035.
Μιλώντας σε δημοσιογράφους την Πέμπτη, ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Τζέι Ντι Βανς δήλωσε ότι η δοκιμή του πυρηνικού οπλοστασίου είναι σημαντική για να διασφαλιστεί ότι «λειτουργεί σωστά».
«Για να είμαστε σαφείς», είπε, «ξέρουμε ότι λειτουργεί σωστά, αλλά πρέπει να το παρακολουθούμε συνεχώς και ο πρόεδρος θέλει απλώς να βεβαιωθεί ότι το κάνουμε». Δεν έκανε καμία αναφορά σε δοκιμές «σε ισότιμη βάση» με άλλες χώρες.
Πολλοί ειδικοί πιστεύουν ότι αν οι Ηνωμένες Πολιτείες ξαναρχίσουν τις δοκιμές, αυτό θα ισοδυναμούσε ουσιαστικά με άδεια προς άλλες χώρες να πράξουν το ίδιο — περίπου 100 ημέρες πριν από τη λήξη της τελευταίας συνθήκης ελέγχου των όπλων μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας, η οποία περιορίζει το μέγεθος των οπλοστασίων τους.
Οι πυρηνικοί εμπειρογνώμονες αναφέρουν ότι τόσο η Ρωσία όσο και η Κίνα είναι έτοιμες να πραγματοποιήσουν πυρηνικές εκρήξεις στις υπόγειες εγκαταστάσεις δοκιμών τους σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα.
Αυτό έρχεται σε αντίθεση με τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες θεωρείται ότι έχουν κάνει ελάχιστες σοβαρές προετοιμασίες. Η εγκατάσταση δοκιμών τους είναι μια έρημη έκταση στην έρημο της Νεβάδα, μεγαλύτερη από την πολιτεία του Ρόουντ Άιλαντ.

 
Η πρώτη δοκιμή των ΗΠΑ επί εδάφους στη Νεβάδα, το 1951.
Η συζήτηση είχε ανοίξει από την πρώτη θητεία του Ρεπουμπλικανού προέδρου
Κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του Τραμπ, αναβίωσε η πιθανότητα νέων αμερικανικών δοκιμών.
Εκτός από τη συζήτηση για την επανέναρξη των υπόγειων εκρήξεων, οι αξιωματούχοι ζήτησαν σημαντική μείωση του χρόνου προετοιμασίας για την επανέναρξη των αμερικανικών πυρηνικών δοκιμών. Η ομοσπονδιακή υπηρεσία που είναι υπεύθυνη για τον πυρηνικό χώρο δοκιμών της χώρας διέταξε τη μείωση του απαιτούμενου χρόνου προετοιμασίας από χρόνια σε μόλις έξι μήνες.
Οι πυρηνικοί εμπειρογνώμονες θεώρησαν τον στόχο ως μη ρεαλιστικό επειδή ο εξοπλισμός δοκιμών στην αχανή περιοχή της Νεβάδα είχε καταστραφεί ή είχε εξαφανιστεί.
Παρόλα αυτά, το Project 2025, το σχέδιο της δεξιάς πτέρυγας των Ρεπουμπλικανών για την προεδρία του Τραμπ το 2023, επανέλαβε την ανάγκη για επιτάχυνση.
Ζήτησε από την Ουάσιγκτον να παραλείψει εντελώς τη μακρά περίοδο προετοιμασίας και να «προχωρήσει σε άμεση ετοιμότητα δοκιμών», προκειμένου να δώσει στον πρόεδρο «μέγιστη ευελιξία στην ανταπόκριση στις ενέργειες των αντιπάλων».
Στο ίδιο μοτίβο, το 2024, ο Ρόμπερτ Ο’ Μπράιεν, πρώην σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του Τραμπ, δήλωσε στο Foreign Affairs ότι η Ουάσιγκτον «πρέπει να δοκιμάσει νέα πυρηνικά όπλα για την αξιοπιστία και την ασφάλειά τους στον πραγματικό κόσμο».
Ωστόσο, το βασικό του επιχείρημα φαινόταν να αφορά λιγότερο την επιστημονική ανάγκη για πυρηνικές δοκιμές και περισσότερο την πολιτική ανάγκη — να αποδείξει στις ανερχόμενες και επιθετικές δυνάμεις ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες, που άνοιξαν την πυρηνική εποχή όταν έριξαν δύο ατομικές βόμβες στην Ιαπωνία, παρέμεναν έτοιμες να χρησιμοποιήσουν το απόλυτο όπλο, σημειώνουν οι NYT.
Φόβος για παγκόσμια κούρσα εξοπλισμών
Οι επικριτές αυτών των προτάσεων υποστηρίζουν ότι η επανέναρξη των δοκιμών θα προκαλέσει μια παγκόσμια κούρσα εξοπλισμών.
Επισημαίνουν ότι οι διευθυντές των εθνικών εργαστηρίων που είναι υπεύθυνοι για το πυρηνικό οπλοστάσιο της χώρας έχουν επανειλημμένα καταθέσει στο Κογκρέσο ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν χρειάζεται να επιστρέψουν στις πυρηνικές εκρήξεις.
Αντί για δοκιμές, οι ΗΠΑ βασίζονται πλέον σε κορυφαίους εμπειρογνώμονες και μηχανήματα στα εθνικά εργαστήρια όπλων για να επαληθεύσουν τη θανατηφόρα ισχύ του οπλοστασίου της χώρας.
Σήμερα, τα μηχανήματα περιλαμβάνουν υπερυπολογιστές μεγέθους δωματίου, το πιο ισχυρό μηχάνημα ακτίνων Χ στον κόσμο και ένα σύστημα λέιζερ μεγέθους αθλητικού σταδίου.
Καμία άλλη χώρα δεν διαθέτει τόσο εκτεταμένη γκάμα μη πυρηνικών εργαλείων δοκιμών.
Σε αντίθεση με τις εργαστηριακές μελέτες, οι υπόγειες πυρηνικές δοκιμές με εκρήξεις επιτρέπουν στους επιστήμονες να ανακαλύψουν σημαντικά ελαττώματα στα πρωτότυπα όπλα και να τελειοποιήσουν τα σχέδια των νέων όπλων.
Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η Κίνα πραγματοποίησε 45 δοκιμαστικές εκρήξεις στο Λοπ Νουρ, τον υπόγειο χώρο δοκιμών της στην έρημο που βρίσκεται στα δυτικά της.
Συγκριτικά, η Γαλλία πραγματοποίησε 210, η Ρωσία 715 και οι Ηνωμένες Πολιτείες 1.030.

 
Η δοκιμή Γουίγκγουαμ από τις ΗΠΑ, το 1955.
Τι ισχύει για τη συνθήκη που είχε υπογραφεί
Αυτές οι δοκιμές σταμάτησαν σταδιακά με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Το 1996, η διακοπή επισημοποιήθηκε με την παγκόσμια απαγόρευση των δοκιμών.
Οι παγκόσμιες πυρηνικές δυνάμεις υπέγραψαν τη συνθήκη ως μέσο για τον περιορισμό του δαπανηρού πυρηνικού αγώνα εξοπλισμών που είχε ξεφύγει από τον έλεγχο.
Ωστόσο, πρόκειται ουσιαστικά για μια εθελοντική συμφωνία, καθώς η Γερουσία των ΗΠΑ δεν την επικύρωσε ποτέ και άλλες χώρες επίσης δεν την ενέκριναν επίσημα.
Ο Ζίγκφριντ Σ. Χέκερ, πρώην διευθυντής του εργαστηρίου όπλων του Λος Άλαμος στο Νέο Μεξικό, όπου κατασκευάστηκε η πρώτη ατομική βόμβα, υποστηρίζει εδώ και καιρό ότι η απαγόρευση των δοκιμών ευνοεί την Ουάσιγκτον, καθώς εμποδίζει τους αντιπάλους που τηρούν τη συνθήκη να καλύψουν το τεράστιο προβάδισμα που διαθέτουν οι Ηνωμένες Πολιτείες στον τομέα των προηγμένων πυρηνικών όπλων.
«Ναι, μπορούμε να μάθουμε πράγματα από τις πυρηνικές δοκιμές», δήλωσε ο Χέκερ σε συνέντευξή του.
«Αλλά αν κοιτάξουμε τη μεγάλη εικόνα, έχουμε πολύ περισσότερα να χάσουμε από την επανέναρξη των δοκιμών απ’ ό,τι έχουμε να κερδίσουμε», υπογράμμισε.
Οι ανισότητες στις δοκιμές δίνουν στην Ουάσιγκτον στρατιωτικό πλεονέκτημα, καθώς εμποδίζουν άλλες δυνάμεις να κάνουν τα οπλοστάσιά τους πιο ποικιλόμορφα και θανατηφόρα, καταλήγουν οι ΝΥΤ.
 
                                    