Τρία σενάρια για το άρθρο 86

Κοινοποίηση

Ειλημμένη είναι η απόφαση του Κυρ. Μητσοτάκη να θέσει προς αναθεώρηση το άρθρο για τον τρόπο επιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης και το άρθρο 86 του Συντάγματος για την ποινική μεταχείριση υπουργών. Tο πεδίο των θεσμών είχε εξάλλου διαχρονικά μεγάλη βαρύτητα για τους πολίτες, η οποία πλέον «πολλαπλασιάστηκε», λόγω της τραγωδίας των Τεμπών. Είναι ενδεικτικό ότι στην τελευταία δημοσκόπηση της MRB (για το Open) το 44% των ερωτηθέντων αξιολογεί ως δεύτερο κυρίαρχο πρόβλημα «την απονομή δικαιοσύνης και το κράτος δικαίου», με το ποσοστό αυτό να υπολείπεται μόλις κατά 2% της ακρίβειας, που ανέρχεται στο 46%. Επίσης, στην έρευνα της περασμένης Πέμπτης της Pulse (για τον ΣΚΑΪ) το 33% καταγράφει το θέμα της τραγωδίας των Τεμπών ως «το πιο σημαντικό», ενώ ένα πρόσθετο 42% ως «ένα από τα σημαντικά». Σύμφωνα με πληροφορίες, αναφορικά με το άρθρο 86 για την ποινική δίωξη των υπουργών, οι επιλογές που θα τεθούν στο τραπέζι είναι τρεις. Και οδηγούν είτε στην εξάλειψη ή στον περιορισμό της αρμοδιότητας και της εμπλοκής των κομμάτων στην ποινική δίωξη υπουργών μέσω Προανακριτικών: Η πρώτη οδός προβλέπει oι δικογραφίες για υπουργούς να παραπέμπονται, χωρίς τη «διαμεσολάβηση» της Προανακριτικής, απευθείας στο δικαστικό συμβούλιο, το οποίο στη συνέχεια θα κρίνει εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις για να επιληφθεί το Ειδικό Δικαστήριο. Είναι πιθανόν να προωθηθεί, δηλαδή, από τη Ν.Δ. το «μοντέλο Τριαντόπουλου». Σύμφωνα με τη δεύτερη, «υβριδική» λύση, οι Προανακριτικές για τα πολιτικά πρόσωπα θα λειτουργούν, όμως δεν θα είναι πλέον προαιρετική, αλλά υποχρεωτική, η ανάθεση από τη Βουλή στο δικαστικό συμβούλιο του ελέγχου των στοιχείων των κατηγοριών εις βάρος υπουργών και της αξιολόγησης της ουσιαστικής βασιμότητάς τους. Η τρίτη, τέλος, προβλέπει την αντικατάσταση της Προανακριτικής από ένα μεικτό σώμα ανώτατων δικαστών και βουλευτών, στο οποίο όμως την πλειοψηφία θα έχουν οι εκπρόσωποι της Δικαιοσύνης. Πάντως, παρά τη δυναμική που εκ των πραγμάτων δημιουργεί ενόψει συνταγματικής αναθεώρησης η επιλογή ο Χρ. Τριαντόπουλος να ζητήσει την απευθείας έρευνα από τη Δικαιοσύνη, τόσο στο κυβερνητικό στρατόπεδο όσο και στη Χαριλάου Τρικούπη εκφράζεται προβληματισμός για τον κίνδυνο να αναπτυχθεί μια «φάμπρικα» διώξεων εναντίον πολιτικών προσώπων. Στον αντίποδα, η μη λειτουργία της προανακριτικής επιτροπής προσφέρει και ορισμένα οφέλη στην εκάστοτε κυβερνητική πλειοψηφία: Πέραν του ότι το Μέγαρο Μαξίμου ανταποκρίνεται στο κοινό αίσθημα που επιθυμεί η υπόθεση των Τεμπών να κριθεί όχι σε πολιτικό επίπεδο, αλλά από τη Δικαιοσύνη, η Ν.Δ. απαλλάσσεται από τον κίνδυνο μετατροπής των εργασιών της Προανακριτικής σε «σόου», μέσω αιτημάτων από κόμματα της αντιπολίτευσης για κλήση συγκεκριμένων μαρτύρων, περιλαμβανομένου του Κυρ. Μητσοτάκη. Επίσης, θα αποφευχθεί το παιχνίδι των αντιφατικών και επιλεκτικών «διαρροών» για το περιεχόμενο των καταθέσεων, που διαχρονικά χαρακτήριζε τη λειτουργία των προανακριτικών επιτροπών.


Για την ηγεσία της Δικαιοσύνης

Πέραν της τροποποίησης του άρθρου 86, αναφορικά με τη ∆ικαιοσύνη είναι δεδομένο ότι από τη Ν.Δ. θα προταθεί στο πλαίσιο της αναθεώρησης να υπάρξει συνταγματική πρόβλεψη για τον εσωτερικό της έλεγχο. Επίσης, σε σχέση με την εκλογή της ηγεσίας της, οι εναλλακτικές που θα εξεταστούν πριν ληφθεί η τελική απόφαση είναι δύο: Η πρώτη προβλέπει οι επικεφαλής των ανωτάτων δικαστηρίων να αναδεικνύονται από το ίδιο το δικαστικό σώμα. Η δεύτερη, οι δικαστές να καταθέτουν μια εισηγητική πρόταση προς τη Βουλή. Κατόπιν, είτε η Βουλή εκλέγει τους ανώτατους δικαστές από τους προτεινόμενους ή, με αυξημένη πλειοψηφία, θα διαμορφώνει μια «μικρή λίστα» από την οποία η κυβέρνηση θα κάνει την τελική επιλογή. Επί του παρόντος η πλάστιγγα γέρνει προς την τελευταία αυτή εναλλακτική, καθώς εκφράζονται φόβοι ότι ενδεχόμενη ανάδειξη της ηγεσίας της Δικαιοσύνης εκ των έσω θα μπορούσε να οδηγήσει σε κομματικοποίηση του δικαστικού σώματος. Υπενθυμίζεται πως ο Νίκος Ανδρουλάκης έχει προαναγγείλει ότι το ΠΑΣΟΚ θα καταθέσει δική του πρόταση για την εκλογή της ηγεσίας της Δικαιοσύνης.


Πολυφωνία ή κακοφωνία;

«Εγκλωβισμένο» στη στρατηγική της απόρριψης των συνεργασιών μέχρι τις προσεχείς εκλογές, παρά τη συνεχιζόμενη πτωτική πορεία του στις δημοσκοπήσεις και τη θετική ανταπόκριση σημαντικής μερίδας της κοινής γνώμης στην προοπτική συμπόρευσης των προοδευτικών δυνάμεων ως αντίβαρο στη Ν.Δ., είναι το ΠΑΣΟΚ. Η άρνηση των συνεργασιών δεν είναι μονόδρομος μόνο εξαιτίας του γεγονότος ότι ο Νίκος Ανδρουλάκης επανεξελέγη στην ηγεσία έχοντας ως «σημαία» την αυτόνομη πορεία του κόμματος. Οπως προκύπτει από όλες τις δημοσκοπήσεις –σε αντίθεση με ό,τι ισχύει για τον ΣΥΡΙΖΑ–, η ίδια η εκλογική βάση του ΠΑΣΟΚ είναι επί της ουσίας τριχοτομημένη αναφορικά με την προοπτική της κοινής πορείας των κομμάτων της Κεντροαριστεράς, ενώ η ίδια εικόνα σε σημαντικό βαθμό αναπαράγεται και σε επίπεδο στελεχικού δυναμικού. Ενδεικτικά είναι τα αποτελέσματα έρευνας της Prorata (Dnews). Υποστηρικτικοί στην προοπτική σχηματισμού κυβέρνησης κεντροαριστερών – αριστερών κομμάτων είναι λιγότεροι από ένας στους δύο ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ (40%). Παράλληλα, στο ενδεχόμενο αδυναμίας σχηματισμού αυτοδύναμης κυβέρνησης, το 25% προκρίνει τον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας με τη Ν.Δ., ενώ το 21% θα προτιμούσε την προκήρυξη νέων εκλογών έως ότου προκύψει αυτοδυναμία του πρώτου κόμματος. Οι αποκλίνουσες προσεγγίσεις για τη στρατηγική και τις στοχεύσεις της Χαριλάου Τρικούπη αποτυπώνονται και σε επίπεδο στελεχών, ακόμη και στην κορυφή της ηγετικής πυραμίδας. Η Αννα Διαμαντοπούλου, για παράδειγμα, εκφέρει μεταρρυθμιστικό και συναινετικό λόγο σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό απ’ ό,τι ο Κ. Τσουκαλάς, που ως εκ της θέσεώς του αποτελεί τη δημόσια φωνή του ΠΑΣΟΚ. Οι διαφορές «αποχρώσεων» εξυπηρετούν, σύμφωνα με ορισμένους, τη στρατηγική του Ν. Ανδρουλάκη η Χαριλάου Τρικούπη να «συνομιλεί» τόσο με τους κεντρώους ψηφοφόρους όσο και με αριστερόστροφα ακροατήρια. Στον αντίποδα, βεβαίως, υποστηρίζεται πως έτσι διαμορφώνεται κλίμα πολυφωνίας, που πλήττει την εικόνα του ΠΑΣΟΚ ως συντεταγμένου κόμματος.

Πηγή

Διαβάστε Περισσότερα

Tελευταία Nέα