Τρίαινες, κρότοι, θύελλες | Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Κοινοποίηση

Είθισται να λέγεται πως δεν μπορείς να κάνεις κριτική σε ένα βιβλίο που δεν έχεις διαβάσει. Και όμως, για την «Ιθάκη» του Αλέξη Τσίπρα δεν νομίζω ότι μπορεί να ειπωθεί κάτι πιο εύστοχο από τη δήλωση του Κυριάκου Μητσοτάκη. «Θα αφήσω σε άλλους την αποδόμηση αυτού του ενδιαφέροντος μυθιστορήματος».

Ας πάρουμε σαν υπόθεση εργασίας ότι ο Τσίπρας έγραψε το βιβλίο, κάτι αμφίβολο αν αναλογιστούμε τον πρωθυπουργικό λόγο της τετραετίας 2015-2019. Σίγουρα δεν έχουμε να κάνουμε με Ιστορία, αλλά με μια ιστορία, και συγκεκριμένα με μια εξιλεωτική πολιτική αυτοβιογραφία. Οσο ματαιόδοξος και αν είναι, ο Τσίπρας δεν επιμελείται την υστεροφημία του. Με μια επική αυτομυθοπλασία προοικονομεί την επάνοδό του στην πολιτική. Αλλωστε, η Οδύσσεια είναι ένας μύθος περί επιστροφής.

Παλεύοντας με τα θηρία

Η μυθοπλαστική χροιά του βιβλίου είναι έντονη σε όλη την έκτασή του, ενώ ο πρωταγωνιστής εμφανίζεται ως εξόχως δραματικό πρόσωπο. Ενας έντιμος, ακέραιος άνθρωπος αντιμέτωπος με ευρωπαϊκά θεριά-θεσμούς. Οι διαπραγματεύσεις του 2015 τον εξουθενώνουν, τον απογοητεύουν, τον βυθίζουν σε απόγνωση. Η αντίσταση στους αδίστακτους δανειστές της Ελλάδας λυγίζει το ηθικό του, αλλά την ίδια στιγμή ενδυναμώνει την επίγνωση του κρίσιμου χρέους του ως θεματοφύλακα των αξιών της χώρας που γέννησε τη δημοκρατία. Στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων βίωσε τραγικές στιγμές, ακραίας ζοφερότητας και ανείπωτης ταπείνωσης. Και εμείς μαζί του, αλλά σε κάθε αφήγηση πρωτοστατεί εκείνος που την αφηγείται.

Ο μύθος της Οδύσσειας – Ο Τσίπρας δεν επιμελείται την υστεροφημία του. Με μια επική αυτομυθοπλασία προοικονομεί την επάνοδό του στην πολιτική. Αλλωστε, η Οδύσσεια είναι ένας μύθος περί επιστροφής.

Το έτος 2015 ο ήρωας της ιστορίας αποφασίζει να κομίσει στην Ευρώπη το ηθικό του πλεονέκτημα, το οποίο τον αγλαΐζει από τον Ιανουάριο, όταν κλήθηκε να επωμιστεί τον ρόλο του τιμωρού των προγενέστερων κυβερνητικών δεινών. Το νικητήριο βράδυ το ταξίδι από την Κυψέλη στην Κουμουνδούρου αποτυπώνεται με ιαχές θριάμβου. Ηταν ο κανένας που έγινε κάποιος. Και αργότερα αυτός ο κανένας θα κατόρθωνε συχνά να τυφλώνει τους θεσμούς για να προασπίσει τις αρχές του και τον λαό του. Οι μικρές αποστασίες έναντι των θεσμών «ήταν σαν τη διαφυγή των συντρόφων του Οδυσσέα από τον Κύκλωπα Πολύφημο».

Καθώς το αυτοκίνητο τον οδηγεί από το σπίτι του στα γραφεία του ΣΥΡΙΖΑ, ο Τσίπρας συγκλονίζεται από την προσμονή στα μάτια των ψηφοφόρων του. Ηταν κάποιος που τους έδινε ελπίδα, ένας πρωθυπουργός «που ιδεολογικά και πολιτικά πρόσκειται στους ηττημένους του Εμφυλίου», στους ταπεινούς και καταφρονεμένους. Δεν ήταν απλώς πρωθυπουργός, «ήταν τέκνο της ανάγκης κι ώριμο τέκνο της οργής». Συνειδητοποιούσε πως θα έδινε έναν άνισο αγώνα, αβέβαιο, ίσως και καταδικασμένο. Ωστόσο, τον συνάρπαζε η ευθύνη που επωμιζόταν, η άρση της λαϊκής οργής. «Ηταν η αίσθηση ενός ορόσημου, αλλά και ενός τεράστιου βάρους». Ο ενθουσιασμός του εκείνη τη βραδιά, σύμφωνα πάντα με τον ίδιο, δικαιώθηκε. Η χώρα μπορούσε επιτέλους να χαρεί.

Τα δύσκολα δεν άργησαν να έρθουν για τον ήρωά μας, ούτε η ναυτία για εμάς. Πάνω που φαινόταν να πνέει ούριος άνεμος, άνοιγε ο ασκός του Αιόλου. Φουρτούνες και θύελλες ξεσπούσαν· «ο Ποσειδώνας, με την εκδικητική του τρίαινα, καραδοκούσε». «Και όπως το πλοίο του Οδυσσέα, παρασυρθήκαμε ξανά πίσω στο φουρτουνιασμένο πέλαγος των εκβιασμών και της αβεβαιότητας». «Οι Λαιστρυγόνες καραδοκούσαν στο λιμάνι όπου πιστεύαμε ότι επιτέλους είχαμε φτάσει».

Περιπλανώμενος το μαρτυρικό 2015 στην Ευρώπη, ο ηγέτης του ΣΥΡΙΖΑ λιτάνευε την «ασπίδα της δημοκρατίας, αλλά και της χώρας, και της θέσης της στην Ευρώπη». Οι διαπραγματεύσεις με τους δανειστές ενείχαν στο μυαλό του το βάρος της εκπλήρωσης μιας αποστολής, με όλη την αποκαλυπτική διάσταση της λέξης. Καθώς ο αφηγητής εξιστορεί τους ολέθρους και τους άθλους του, φροντίζει να τονίζει τη μυθική πτυχή του πολιτικού του έργου. Ηταν ένας «Δαυίδ έναντι του Γολιάθ, στην προσπάθειά του να ανατρέψει την ευρωπαϊκή αδικία».

Γύρω από τον πολύ καλό ήρωα σχηματίζουν κλοιό πολύ κακοί τύποι, όπως ο μονίμως εξαγριωμένος Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο οποίος εξύφαινε «ένα σκληρό και ολοκληρωτικά άδικο αφήγημα ταπείνωσης των Ελλήνων» και η άτεγκτη Κριστίν Λαγκάρντ. Αλλά και ο Μάριο Ντράγκι έδειχνε «το σκληρό πρόσωπο του ευρωπαϊκού Ιανού». Υπάρχει φυσικά και ο πολύς Βαρουφάκης, εθισμένος στο «glossy lifestyle», που «είχε επιδοθεί σε ένα επικοινωνιακό παιχνίδι προσωπικής προβολής, το οποίο φλέρταρε απροκάλυπτα με τη ματαιοδοξία».

«Ηταν δραματική η ένταση. Καθώς πήγαινα να καθίσω στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης στις Βρυξέλλες, αισθανόμουν ότι πήγαινα στην ηλεκτρική καρέκλα». «Αισθανόμουν σαν μελλοθάνατος, που δεν ήξερε πότε θα εκτελεστεί η ποινή του». Οι φρικώδεις μεταφορές επανέρχονται στις σελίδες. Τον Μάρτιο του 2015, παρευρισκόμενος σε ένα ακόμη στρογγυλό τραπέζι, περιτριγυρισμένος από τους δαιμονικούς άρχοντες της Ευρώπης, ο τρόμος συντρίβει τον Τσίπρα· «αισθανόμουν σαν να κάθομαι μόνος απέναντι σε δικαστές στρατοδικείου».

Οταν, από την άλλη, περιγράφει την επόμενη μέρα, την επιστροφή στην Ελλάδα από τις Βρυξέλλες μετά τη μοιραία συνεδρίαση των δεκαεπτά ωρών, η εξιστόρησή του σπαράζει από συντριβή. «Ηταν μια διαπραγμάτευση που δεν θύμιζε ούτε συζήτηση ούτε αντιπαράθεση· έμοιαζε περισσότερο με μακρύ, σκοτεινό και βασανιστικό διάδρομο, έναν τόπο κακοποίησης και φθοράς, όπου η κούραση δεν ήταν μόνο σωματική, αλλά ηθική, ψυχική, σχεδόν υπαρξιακή»..

Το «ειδύλλιο» με τη Μέρκελ

Μπορεί το βιβλίο του Τσίπρα να είναι το χρονικό μιας εποποιίας, σίγουρα όμως δεν του λείπει το συναίσθημα. Κάθε άλλο. Ας θυμηθούμε το «ειδύλλιο» με τη Μέρκελ, Ανγκελα για εκείνον. Τον Μάρτιο του 2015 ο Αλέξης δέχτηκε ένα τηλεφώνημα από την Ανγκελα. Οπως γράφει, το τηλεφώνημά της δεν εστιαζόταν στην ατζέντα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, αλλά είχε πιο προσωπικό τόνο. «Ο βασικότερος λόγος του τηλεφωνήματός της […] ήταν ότι ήθελε να με προσκαλέσει στο Βερολίνο για να γνωριστούμε καλύτερα και να μιλήσουμε σε βάθος για τα θέματα της διαπραγμάτευσης. Ηταν προτιμότερο, μου είπε, να μιλάμε ο ένας στον άλλον, παρά να μιλάει ο ένας για τον άλλο».

Μήνες αργότερα, ο Αλέξης συγκινείται από την τρυφερότητα τριών λέξεων της Ανγκελα, «Wir schaffen das». Του υποσχόταν «θα τα καταφέρουμε», δηλώνοντας τη στήριξή της στο Προσφυγικό.

Ο ήρωας, ως καθαρόαιμος απόγονος του Οδυσσέα, δεν σταματά να περιπλανιέται. Τα ταξίδια του είναι περιπετειώδη και ριψοκίνδυνα, σφύζοντα από συναισθηματική φόρτιση. Πέρα από το φανταστικό του ταξίδι στη «Ρίγα της Εσθονίας», ξεχωρίζει λογοτεχνικά η επίσκεψή του στην Αγία Πετρούπολη τον Ιούνιο του 2015. Η ομορφιά της πόλης υπερακόντιζε το άγχος για το Διεθνές Οικονομικό Φόρουμ. Η περίσταση προσφερόταν για ποιητική ενατένιση. «Παρά την πίεση που ένιωθα, δεν το κρύβω πως με συνεπήρε η ομορφιά αυτής της πόλης, που τον Ιούνιο την αγκαλιάζουν οι Λευκές Νύχτες. Ο ήλιος γέρνει αργά στον ορίζοντα, αλλά ποτέ δεν χάνεται εντελώς. Είναι μια εποχή που η πόλη δείχνει τη μεγαλοπρέπεια και τη βαριά Ιστορία της μέσα από αυτό το ιδιαίτερο φως».

Επειδή, όμως, ένας επαναστάτης είναι περισσότερο από ονειροπόλος επαναστάτης, ο Τσίπρας καταθέλγεται μπροστά στο μουσείο Ερμιτάζ, όπου κάποτε στεγάζονταν τα Χειμερινά Ανάκτορα, στο ίδιο σημείο που συντάραξε ο εναρκτήριος κανονιοβολισμός της Οκτωβριανής Επανάστασης· «μου ήταν αδύνατον να μην αισθανθώ δέος». Και πάλι ο συγγραφέας ομολογεί την ενδοτικότητά του στο συναίσθημα. «Ηταν σαν ο αέρας της Ιστορίας, σε συνδυασμό με τον βόρειο άνεμο που φυσούσε από τη Βαλτική, να έφερνε στα αυτιά μου τον κρότο εκείνου του κανονιοβολισμού, που αντήχησε σε όλο τον κόσμο».

Εκβιάζοντας μια αίσια έκβαση που ποτέ δεν συνέβη στ’ αλήθεια, ο Τσίπρας καταλήγει στο συμπέρασμα πως «όλα τα στοιχεία συνηγορούν ότι ο απολογισμός ήταν αδιαμφισβήτητα θετικός». Τι απίθανη θαυματοποιία, ο εθνικός διασυρμός να μετουσιώνεται σε ατομική δόξα. Η χώρα έμεινε στην Ευρωζώνη, υπερασπίστηκε σθεναρά την αξιοπρέπειά της, έδειξε την πυγμή και τον τσαμπουκά της, διατήρησε τον ιδεαλισμό της και τις πανάρχαιες αξίες της. Εμείς οι άλλοι ήμασταν οι ηλίθιοι που κάναμε ουρές στα ATM.

Ο Τσίπρας υποστηρίζει ότι στις Βρυξέλλες έδωσε «έναν υπαρξιακό αγώνα». Οσο οι διαπραγματεύσεις παρατείνονταν, τόσο περισσότερο εδραιωνόταν η πεποίθησή του πως «δεν διαπραγματευόμασταν μόνο με τους δανειστές· διαπραγματευόμασταν και με τον ίδιο μας τον εαυτό». Υπαρξιακή ήταν και η σχέση του με τον ΣΥΡΙΖΑ. «Τον ένιωθα σαν κομμάτι του εαυτού μου, σαν παιδί μου, όχι με την έννοια της εξουσίας, αλλά με την έννοια της βαθιάς, υπαρξιακής σχέσης». Με άλλα λόγια, ήταν ο τρόπος του να υπάρχει. Ομως, μετά την εκλογική ήττα τού 2019, κατάλαβε πως είχε έρθει για το κόμμα η ώρα «του πολιτικού απογαλακτισμού». Παραδόξως, στις σελίδες που ακολουθούν την ήττα, η αυτοαναφορικότητα του αφηγητή ξεσπαθώνει. Για να γλιτώσει από το ναυάγιο το brand «Τσίπρας», εγκαταλείπει το πλοίο, «με σπασμένο κατάρτι, στη μέση του ωκεανού, δίχως καπετάνιο και με πλήρωμα στα πρόθυρα του αλληλοσπαραγμού».

Ως γνωστόν η μνήμη είναι μυθοπλασία. Οταν αφηγούμαστε το παρελθόν μας, δύσκολα αποφεύγουμε τις ψευδορκίες και τις παραχαράξεις. Μικρό το κακό, στο κάτω κάτω εμείς πρώτοι πληρώνουμε τις αυταπάτες, τις απωθήσεις και τα απωθημένα μας. Οταν, όμως, αφηγείται κανείς ένα παρελθόν προσωπικό αλλά συνάμα κοινό και δεινό για εκατομμύρια ανθρώπους, θα χρειαστεί να μετέλθει τα πιο επιτήδεια αφηγηματικά τερτίπια για να ξεγελάσει το συλλογικό φαντασιακό. Ο Τσίπρας το καταφέρνει εντυπωσιακά, γράφοντας ένα πολιτικό μυθιστόρημα με σασπένς, με κλιμακώσεις θρίλερ, πολλή συγκίνηση, ψυχοβόρα ηθικά διλήμματα και ένα μυθώδες χάπι εντ, αποδεικνυόμενος αρκετά ικανός λογοτεχνικά στην απώτερη στόχευση κάθε μυθοπλασίας, που είναι να ξεχάσει ο αναγνώστης την καταστατική της συνθήκη, το ψέμα.

Με τα λόγια του συγγραφέα: «Στην Ελλάδα δεν γεννήθηκε μόνο η Δημοκρατία, γεννήθηκε και η μυθολογία».

Πηγή

Διαβάστε Περισσότερα

Tελευταία Nέα