Ο πρόεδρος της Βραζιλίας, Λούις Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα, βρίσκεται μπροστά σε ένα από τα μεγαλύτερα πολιτικά αδιέξοδα, μετά τη στρατιωτικού τύπου αστυνομική επιχείρηση στο Ρίο ντε Τζανέιρο, εναντίον ναρκοσυμμορίας. Στην αστυνομική επιχείρηση της 28ης Οκτωβρίου, με εντολή του κυβερνήτη της πολιτείας, Κλάουντιο Κάστρο, τη μεγαλύτερη και περισσότερο θανατηφόρα στη χώρα σκοτώθηκαν τουλάχιστον 132 άνθρωποι, φερόμενα μέλη της συμμορίας.
Ο Λούλα φαινόταν να μην είχε ενημερωθεί για την επιδρομή. Επέστρεφε από τη Μαλαισία με αεροπλάνο χωρίς πρόσβαση στο διαδίκτυο όταν πραγματοποιήθηκε. Έκτοτε, διατηρεί χαμηλό προφίλ, με την κυβέρνησή του «να περπατάει πάνω σε αυγά» σύμφωνα μια πηγή μέσα στο προεδρικό μέγαρο.
Διπλό πρόβλημα
Ο Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα πρέπει να διαχειριστεί ένα διπλό πρόβλημα. Από τη μία πλευρά είναι οι διεθνείς ανησυχίες για παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Βραζιλία, και από την άλλη η αυξανόμενη δημόσια στήριξη από την κοινή γνώμη στην καταστολή.
Φαβέλα στο Ρίο ντε Τζανέιρο
Ο Λούλα επιθυμεί να θέσει ξανά υποψηφιότητα για τις προεδρικές εκλογές του 2026, ενώ έχει επενδύσει πολιτικά στον οικολογικό μετασχηματισμό της οικονομίας στη Βραζίλια. Αποκορύφωμα αυτής της προσπάθειας είναι η διάσκεψη του ΟΗΕ για το κλίμα COP30, που ξεκινά αυτή την εβδομάδα στο Ρίο.
Την ίδια ώρα, οι περισσότεροι Βραζιλιάνοι ασχολούνται περισσότερο με τη δημόσια ασφάλεια. Τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων αναδεικνύουν την πολιτική πρόκληση που έχει να αντιμετωπίσει ο αριστερός Λούλα έναντι των δεξιών αντιπάλων του.
Η ένταση της βίας και ο αριθμός των νεκρών όμως της αστυνομικής επιχείρησης προκάλεσε έντονη καταδίκη από αξιωματούχους των Ηνωμένων Εθνών. Ο ΟΗΕ ζήτησε άμεσες, ανεξάρτητες έρευνες για πιθανές παράνομες δολοφονίες. Επίσης, ακτιβιστές έχουν έκτοτε πραγματοποιήσει διαμαρτυρίες στο Ρίο, κατηγορώντας την αστυνομία για εξωδικαστικές εκτελέσεις. Μία εβδομάδα μετά, δεν έχουν αναγνωριστεί όλες οι σοροί των νεκρών.
«Μαζική δολοφονία»
Ο πρόεδρος της Βραζιλίας έχει ήδη επικρίνει την επιδρομή, στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στο Μπελέμ, εν όψει της COP30. Είπε ότι η αστυνομική επιχείρηση ήταν «καταστροφική», σημειώνοντας ότι «η εντολή του δικαστή ήταν να εκδοθούν εντάλματα σύλληψης, όχι μαζική δολοφονία».
«Και όμως υπήρξε μαζική δολοφονία», πρόσθεσε ο Λούλα.
REUTERS/Anderson Coelho
Άλλη κυβερνητική πηγή επισήμανε ότι η ομοσπονδιακή «κυβέρνηση δεν μπορεί να αναλάβει την ευθύνη γι’ αυτό, αλλά ούτε μπορεί να υποστηρίξει αυτή τη σφαγή».
Το ποσοστό αποδοχής της κυβέρνησης του Λούλα αυξήθηκε στο 33% τον Σεπτέμβριο, το υψηλότερο ποσοστό φέτος, ενώ η αποδοκιμασία μειώθηκε στο 38%, σύμφωνα με την τελευταία δημοσκόπηση της Datafolha.
Τη Δευτέρα, ο επικεφαλής του του Ανωτάτου Δικαστηρίου Αλεξάντρ ντε Μοράες ταξίδεψε στο Ρίο για να ηγηθεί μιας συνάντησης υψηλού επιπέδου σχετικά με την αστυνομική επιχείρηση, μαζί με τον κυβερνήτη Κάστρο, αξιωματούχους επιβολής του νόμου και εκπροσώπους των γραφείων των εισαγγελέων και των υπερασπιστών.
Ο Μοράες επιβλέπει μια ιστορική νομική υπόθεση στο Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο της Βραζιλίας, η οποία αμφισβητεί τη χρήση βίας από την αστυνομία του Ρίο στις άτυπες παραγκουπόλεις της Βραζιλίας, τις φαβέλες.
Από την πλευρά της, η τοπική κυβέρνηση του Ρίο ντε Ζανέιρο, σε υπόμνημά της προς το Ανώτατο Δικαστήριο, υπερασπίστηκε την επιχείρηση. Ισχυρίστηκε ότι οι δυνάμεις ασφαλείας χρησιμοποίησαν «αναλογική βία» και ότι «δεν αναφέρθηκαν θάνατοι μεταξύ ατόμων εκτός της ναρκοτρομοκρατικής οργάνωσης». Υποστήριξε επίσης ότι οι αστυνομικές ενέργειες ήταν στοχευμένες.
Τι λέει η κοινή γνώμη
Στο μεταξύ, παρά τη βιαιότητα της αστυνομικής επιχείρησης, δημοσκοπήσεις υποδηλώνουν ευρεία εγχώρια υποστήριξη στην καταστολή των ναρκοσυμμοριών.
Πανεθνική έρευνα της AtlasIntel, που δημοσιεύθηκε την Παρασκευή, έδειξε ότι το 55% των Βραζιλιάνων υποστήριζε την αστυνομική επιχείρηση. Η υποστήριξη μεταξύ των κατοίκων του Ρίο έφτανε δε στο 62%.
Χαρακτηριστική είναι η δήλωση που έκανε στο Reuters κάτοικος του Ρίο: «Καλός εγκληματίας είναι ο νεκρός εγκληματίας», είπε ο 65χρονος Αντεϊλτόν ντα Σιλβέρισα, θυρωρός στην περιοχή της Κοπακαμπάνα. «Αν έκαναν κάτι τέτοιο κάθε εβδομάδα, οι εγκληματίες θα φοβόντουσαν».
Βέβαια, παρά το γεγονός ότι ο Κάστρο χαρακτήρισε την επιδρομή ως θρίαμβο, δημοσκόπηση Genial/Quaest έδειξε ότι η επιχείρηση δεν έκανε πολλά για να καθησυχάσει το κοινό. Η πλειοψηφία των κατοίκων του Ρίο ανέφεραν ότι ένιωθαν λιγότερο ασφαλείς.
«Η συνέπεια είναι περισσότερη βία», δήλωσε ο 54χρονος υπάλληλος στάθμευσης Πάουλο Ενρίκε Ματσάδο Κρουζ από το Ρίο. «Δεν λύνεται το πρόβλημα, απλώς γίνεται χειρότερο. Τραυματίζεται η κοινότητα, τρομοκρατούνται τα παιδιά, καταστρέφονται οικογένειες».
Πολιτική εκμετάλλευση
Από την άλλη πλευρά, η δεξιά αντιπολίτευση στη Βραζιλία προσπαθεί να εκμεταλλευθεί την κατάσταση.
Ο Κλάουντιο Κάστρο, συντηρητικός και πολιτικός σύμμαχος του Ζαΐρ Μπολσονάρο, που διέταξε την επιχείρηση, κέρδισε 10 ποσοστιαίες μονάδες στα ποσοστά δημοτικότητάς του, σύμφωνα με ξεχωριστή έρευνα της Genial/Quaest.
Ο Κάστρο έχει την υποστήριξη και του Ιμπανέις Ρότσα, κυβερνήτη της Ομοσπονδιακής Περιφέρειας. Ο Ρότσα, σε συνέντευξη, είπε ότι είναι εκπληκτικό το γεγονός ότι το οργανωμένο έγκλημα όχι μόνο έχει καταλάβει το Ρίο ντε Τζανέιρο, αλλά έχει εξαπλωθεί και σε άλλες μεγάλες πόλεις και πρωτεύουσες πολιτειών σε όλη τη Βραζιλία. Και αυτό, παρά το γεγονός ότι η χώρα παράγει πολύ λίγα ναρκωτικά και δεν κατασκευάζει βαρέα όπλα.
Επιπλέον, πολιτικοί αναλυτές και δεξιοί πολιτικοί δείχνουν προς την υιοθέτηση των πολιτικών του πρόεδρου του Ελ Σαλβαδόρ, Ναγίμπ Μπουκέλε, για την αντιμετώπιση της εγκληματικότητας. Ο Μπουκέλε, που αρέσκεται να παρουσιάζει τον εαυτό του ως «κουλ δικτάτορα», έχει προχωρήσει στην καταστολή των συμμοριών ακόμη και με μη σύννομα μέσα, ενώ το 2% του πληθυσμού της χώρας βρίσκεται στη φυλακή. Σε κάποιες από αυτές, υπάρχουν βάσιμες καταγγελίες για βασανιστήρια.
«Η εμπειρία του Ελ Σαλβαδόρ δείχνει ότι η ουσιαστική αλλαγή είναι εφικτή, αλλά εξαρτάται από το να υπάρχει μια κυβέρνηση πρόθυμη να αναλάβει δράση», δήλωσε ο συντηρητικός κυβερνήτης της Μίνας Ζεράις, Ρομέου Ζέμα.
Μιλώντας στο Reuters, είπε ότι αυτός και πέντε άλλοι κυβερνήτες συναντήθηκαν με τον Κάστρο δύο ημέρες μετά τη φονική επιδρομή για να τον συγχαρούν, όπως και τις δυνάμεις ασφαλείας του Ρίο ντε Τζανέιρο. Ο Ζέμα ισχυρίστηκε ότι όσοι σκοτώθηκαν «είχαν την ευκαιρία να παραδοθούν, και μόνο όσοι δεν ήθελαν δεν το έκαναν».

